Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2007

Λίγα σχόλια για τις τελευταίες 550 παρεμβάσεις

Τι λέγαμε πριν

Σ’ όλες τις συνεντεύξεις, τηλεοπτικές παρουσίες, προεκλογικές ομιλίες ακόμα και στο προεκλογικό μου φυλλάδιο έκανα κεντρικά θέματα, όπως και τώρα μετεκλογικά. την ‘επανίδρυση’ του ΠΑΣΟΚ, την υπέρβαση του status quo και του κατεστημένου στο κόμμα, τη συντεταγμένη ανανέωσή του και άλλα. «Το ΠΑΣΟΚ κερδίζει μόνο όταν εκφράζει τη φρεσκάδα στις ιδέες, στις λύσεις και στα πρόσωπα», τόνιζα «στο DNA του ΠΑΣΟΚ υπάρχει ο ιδρυτικός κωδικός ‘αλλαγή, αλλαγή, αλλαγή!’». Στο όνομα αυτών των θέσεων ζήτησα την ψήφο του κόσμου του ΠΑΣΟΚ και μου την έδωσε με γενναιοδωρία.

Έχουμε καταλάβει τι έγινε;

Στην πολιτική υπάρχει ένα σημείο καμπής, ένα σπάσιμο στη συνέχεια, είναι εκείνες οι ‘οριακές συνθήκες’ όταν από το σημείο συν αγγίζεις το μηδέν και αρχίζεις να περνάς στο πλην κι ό,τι κι αν κάνεις με τον παλιό τρόπο ακόμα κι αν το κάνεις καλύτερα, ακόμα κι αν το μόνο που αλλάζεις είναι ο αρχηγός, η κατάσταση έρχεται και βάζει μπροστά σου το αλγεβρικό σημείο πλην. Αν δεν είσαι δημιουργός μιας νέας κατάστασης αλλά απλώς ένας καλύτερος ίσως διαχειριστής της παλιάς, αν δεν αντιπροσωπεύεις μια επανιδρυτική καινοτομία, γλιστράς σε εκείνη τη μοιραία φάση που και χρυσάφι να πιάσεις κάρβουνο γίνεται και οι πιο έξυπνες ιδέες σου καίγονται και οι ‘μπαταρίες’ σου πολύ γρήγορα αδειάζουν. Αυτή είναι η πρόκληση προς τους υποψήφιους Προέδρους του ΠΑΣΟΚ. Αν εκπροσωπούν την ‘παλαιά τάξη πραγμάτων’ δεν θα πάνε πολύ μακριά.

Ποια ήταν η πρότασή μου από την πρώτη στιγμή, από το βράδυ της 16ης;

Η ριζοσπαστικοποίηση της συμμετοχής των μελών και φίλων του κόμματος στο διάλογο για την εκλογή της ηγεσίας γύρω από τα έξι κρίσιμα ερωτήματα προς τους υποψηφίους, τα οποία αλληλοεξαρτώνται:
1) ιδεολογική, προγραμματική, ηθική και οργανωτική ανασυγκρότηση του ΠΑΣΟΚ στα πλαίσια μιας ευρύτερης ανασύνθεσης της προοδευτικής Αριστεράς, 2) ‘εκλεξιμότητα’ και ικανότητα διακυβέρνησης με νέο τρόπο, 3) ανανέωση της κοινωνικής εκπροσώπησης και ανασχηματισμός της πολυσυλλεκτικότητας του ΠΑΣΟΚ στις νέες συνθήκες, 4) ενότητα σε μια νικηφόρα προοπτική, 5) υπέρβαση παθολογιών του πολιτικού συστήματος, 6) συντεταγμένη ανανέωση του πολιτικού προσωπικού. Για παράδειγμα, είναι αυταπάτη ότι κάποιος ηγέτης μπορεί να πραγματώσει το ενδεχόμενο πλεονέκτημα της ‘εκλεξιμότητας’ αν δεν επιτυγχάνει την ενότητα ή την πολιτική, ιδεολογική και ηθική υπεροχή που εξασφαλίζει η ‘επανίδρυση’ και η ανανέωση των προσώπων. Δηλαδή η πρότασή μου ξεπερνά τη λογική ενός παθητικού τεστ των υποψηφίων και απλής ‘βαθμολόγησής’ τους, η οποία βέβαια είναι αναπόφευκτη στις 11 του Νοέμβρη.

Η κρίση ηγεσίας έφερε πιο καθαρά στην επιφάνεια μια κρίση του κομματικού ‘εμείς’, δηλαδή της συλλογικής μας ταυτότητας και μια κρίση ιδεολογικής και πολιτικής ηγεμονίας που καταγράφεται έντονα και στο εκλογικό αποτέλεσμα. Το παλιό ‘εμείς’ δεν ενώνει και δεν κινητοποιεί όπως πριν και το νέο είναι ζητούμενο. Το ΠΑΣΟΚ σύντροφε Βαγγέλη χρειάζεται Νέα Αφήγηση, «new story». Το ΠΑΣΟΚ σύντροφε Γιώργο χρειάζεται επειγόντως το «μέρισμα νεότητας».

Γιατί αυτόνομη παρέμβαση

Πιστεύω ότι έχω κατακτήσει το δικαίωμα της αυτόνομης παρέμβασης και όχι της υποχρεωτικής ομαδοποίησης και στοίχισης. Πολύ περισσότερο που πιστεύω ακράδαντα ότι αυτή η στάση θα υπηρετήσει πιο αποτελεσματικά την ριζοσπαστικοποίηση της ενότητας του κόμματος από τα «κάτω» σε μία πορεία ανασυγκρότησης και νικηφόρας προοπτικής. Προσπάθησα, ιδιαίτερα τα πολλά χρόνια της υποχρεωτικής απουσίας μου από την πολιτική, να παίρνω κριτικές αποστάσεις από πρόσωπα και πράγματα, να αποφεύγω τη στείρα έξαρση και να δαμάζω την παρορμητική κρητική μου φύση ώστε να συγκεντρώνομαι στους βασικούς κρίκους μίας υπόθεσης. Δεν ξεχνώ τη συμβουλή του Μαξ Βέμπερ που τόνισα στο ΜΕΤΑ: «η έλλειψη απόστασης είναι ένα από τα θανάσιμα αμαρτήματα οποιουδήποτε πολιτικού». Αυτή η στάση μου χαίρομαι ότι είναι κατανοητή από τον Γιώργο Παπανδρέου και τον Κώστα Σκανδαλίδη και είμαι βέβαιος και από τον Βαγγέλη Βενιζέλο. Επειδή σκέφτομαι με μαντινάδες θα πω στους συντρόφους και φίλους του ΠΑΣΟΚ και της ευρύτερης αριστεράς μία για την περίσταση:

Δεν μαγειρεύω μπλιό κουκιά
δεν στένω μπλιο τσικάλι
εκάηκα τη μια φορά
Δεν καίγομαι την άλλη

Αλλαγή ή «παλινόρθωση» με τον ένα ή τον άλλο ηγέτη;

Αυτό είναι το βαθύτερο δίλλημα του ΠΑΣΟΚ το οποίο ξεπερνά κατά πολύ το, έτσι κι αλλιώς, σημαντικό δίλημμα για τον ηγέτη.

Γιατί τόση ένταση σε μια εκλογή όπου δεν υπάρχουν ανάλογες με τη φόρτισή της ιδεολογικές και προγραμματικές διαφορές στις στοιχήσεις και συσπειρώσεις των προσώπων;

Η ειρωνεία της ιστορίας μάλιστα το φέρνει οι δυο κύριοι πρωταγωνιστές στη μάχη της διαδοχής να συσπειρώνουν πρόσωπα με μεγάλη απόκλιση από τον δικό τους προσωπικό πολιτικό και ιδεολογικό πολιτισμό. Ονόματα δεν λέμε αλλά ο νοών νοείτω. Είναι σαν να έχει συσσωρευθεί επί πολλά χρόνια μεγάλη ένταση και αντιπάθεια και στήνεται ένας καυγάς δύο ομάδων συμμαθητών με σχεδόν τυχαία σύνθεση για να ‘πλακωθούν’ και να εκτονωθεί αυτή η ένταση. Είναι ο ‘ναρκισσισμός των μικρών διαφορών’, κατά τον Φρόυντ, η ‘αντιπάθεια των συγγενών’ και το ‘σύνδρομο της αδελφοκτονίας’ που χτυπά τις ‘αδελφικές κοινότητες’ όταν πια το είδωλο του πατέρα είναι μακρινό. Σήμερα θα φέρω στην επιφάνεια έναν άλλο παράγοντα που δεν έχει αναδειχθεί στη συζήτηση. Στο παρελθόν όταν συγκεντρώνονταν πολλοί ισόβαθμοι αξιωματικοί στις μεσαίες και πάνω βαθμίδες του στρατεύματος, επινοούσαν συγκρούσεις και πραξικοπήματα για να «φαγωθούν» κάποιοι και να απελευθερωθεί η επετηρίδα. Στη δική μας περίπτωση η μακρόχρονη παραμονή στην εξουσία έχει δημιουργήσει υπεράριθμους υπουργούς δίχως υπουργεία, αξιωματούχους δίχως αξιώματα και ασύνειδα στρέφονται σε μια σύγκρουση που θα ‘αφανίσει’ πολλούς ώστε να επέλθει μια νέα ισορροπία. Η πολιτική νοείται σαν δαρβινικός χώρος κι όσοι επιζήσουν, επέζησαν. Η μάχη για ρόλους, αργά ή γρήγορα ακόμα κι αν δεν έχει πίσω της ανάλογες πολιτικές διαφορές, θα τις επινοήσει στην πορεία και θα τις βαθύνει για να δικαιωθεί στα μάτια των οπαδών και να μη φαίνεται μία γυμνή μάχη εξουσίας. Το μόνο που δεν υπολογίζουν είναι ότι εδώ δεν πρόκειται για στράτευμα και μπορεί οι ‘αντίπαλοι – συμπαίκτες’ αργά ή γρήγορα να κρέμονται στον αέρα, δηλαδή ο κόσμος να φεύγει από κάτω και η κρίση εκπροσώπησης να βαθαίνει.

Τι συμβαίνει με την ‘τυχερή γενιά’ του ΠΑΣΟΚ;

Το ΠΑΣΟΚ αδιαμφισβήτητα υπερέχει σε επίπεδο στελεχών ΑΛΛΑ:
Πρώτον, μεγάλωσαν στον ίσκιο ενός μεγάλου ηγέτη και αυτό το πλεονέκτημα συνοδεύεται από ορισμένες στρεβλώσεις στην ανάπτυξή τους.
Δεύτερον, ‘γεννήθηκαν’ πολιτικά κατευθείαν σε θέσεις εξουσίας όλων των επιπέδων, σε συνθήκες προχωρημένης ‘κρατικοποίησης’ του κόμματος και δυσκολεύονται να κινηθούν στο νέο περιβάλλον της αντιπολίτευσης, να ‘σκεφθούν διαφορετικά’ και να εκπροσωπήσουν την κοινωνία με νέο τρόπο. Σε ορισμένες περιπτώσεις επιβιώνουν αλαζονικές και καθεστωτικές συμπεριφορές ασύμβατες με ένα λαϊκό σοσιαλιστικό κόμμα. Ένα στυλ κορεσμένο και κουραστικό που δεν αγγίζει πια ούτε τους πιο φανατικούς οπαδούς της παράταξης.
Τρίτον, αναπτύχθηκαν σε συνθήκες υπερπροστασίας από τον ισχυρό φιλικό τύπο της παράταξης, κυριολεκτικά στη ‘γυάλα’ και σ’ ένα βαθμό φοβούνται δημιουργικά εγχειρήματα και καινοτομίες που εμπεριέχουν ρίσκο.
Η ‘τυχερή γενιά’ του ΠΑΣΟΚ είχε καταληφθεί από το ‘σύνδρομο της επιτυχίας’, από την ‘παγίδα’ της επιτυχίας. Υπάρχει πάντα ‘κάτι’ που πρέπει να αλλάξεις κι όμως σε τυφλώνει η μέθοδος της συνεχούς και εύκολης επιτυχίας.

Ο Πάγκαλος και τα γεύματα

Ο φίλος μου ο Θόδωρος παραλλήλισε με γερή δόση υπερβολής την κίνηση Βενιζέλου με την ‘18η Μπρυμαίρ’ που έγινε ομώνυμο βιβλίο από τον Μαρξ. Δηλαδή με το αιφνιδιαστικό πραξικόπημα του Λουδοβίκου Βοναπάρτη στις 2 Δεκεμβρίου του 1851. Στο ίδιο κείμενο όμως θα έπρεπε ο Θόδωρος να θυμάται για τα γεύματά του τη φράση του Μαρξ ότι τα ‘μεγάλα γεγονότα επαναλαμβάνονται μεν αλλά ως φάρσα’. Γεύματα στα οποία οι συνδαιτυμόνες δεν συμφωνούν στο ποιoν να φάνε και δεν είναι σαφές τι ακριβώς αντιπροσωπεύουν στη σύγκρουση κινδυνεύουν αδίκως να ταξινομηθούν στην λογοτεχνική κατηγορία ‘Γεύμα Φαντασμάτων’. Πιο κάτω ο Μαρξ επαναλαμβάνει με έμφαση τη φράση ‘Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα’. Και αυτό το τελευταίο απουσιάζει, αγαπητέ Θόδωρε, στην περίπτωσή μας. Την ‘χρυσή ευκαιρία’ κάποτε δεν την άδραξες. Ποιος ξέρει; Μπορεί να έχεις και δεύτερη.

Οι βαρόνοι και οι διαδικασίες αξιολόγησης, αυτοκριτικής, λογοδοσίας και κυρίως μάθησης στο ΠΑΣΟΚ.

Δεν νομίζω ότι πρέπει να υπάρχουν σύντροφοι που να κολακεύονται με τον τίτλο βαρόνοι. Μυρίζει κομματικό φεουδαλισμό, συντηρητική επετηρίδα, κλειδωμένη ιεραρχία, συμπαιγνίες κορυφής, πνιγηρό status quo ειδικά σε βάρος των νεότερων γενεών. Ο Ανδρέας έλεγε ‘δεν κληρονομείται’ το ΠΑΣΟΚ για να αποκλείσει τη μοναρχία αλλά συμπλήρωνε ότι δεν ‘τεμαχίζεται’ σε βαρονίες και κομητείες. Όταν αυτό συνέβη οδηγήθηκε στην παρακμή το Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα. Πολύ περισσότερο όταν οι βαρονίες είναι φαντασιακά υπολείμματα με αδύναμη αντιστοίχηση με την πραγματικότητα. Οι ‘βαρόνοι’ στην πολιτική ιστορία θέλουν κατά κανόνα τον ηγέτη αποδυναμωμένο, αν είναι δυνατόν κερασάκι στην τούρτα τους και το κόμμα μια ομπρέλα για τα περιχαρακωμένα φέουδά τους. Ένα από τα θεμελιώδη σφάλματα του Γιώργου Παπανδρέου είναι ότι υπερτίμησε το ρόλο και το βάρος της βαρονίας και έτσι γλίστρησε σ’ ένα status quo που ακύρωσε τον αυτομετασχηματισμό του ΠΑΣΟΚ και τη στρατηγική της ανανέωσής του. Αυτό πρέπει να γίνει δίδαγμα και στους άλλους υποψηφίους Προέδρους ώστε η φράση το 'όλον ΠΑΣΟΚ' να μην έχει άρωμα status quo και απλής αναδιάταξης στην ‘παλιά τάξη πραγμάτων’.

Η κουλτούρα της βαρονίας έχει οδηγήσει σε μια κατάσταση αμοιβαίας αποσιώπησης των αδυναμιών και μείωσης της προσωπικής ευθύνης των ηγετικών στελεχών τα οποία διαχειρίζονται συχνά μονοπωλιακά και αποκλειστικά την πολιτική και την εικόνα του κόμματος σε κρίσιμους τομείς. Κανείς είτε στην κυβέρνηση είτε στην αντιπολίτευση δεν αξιολογείται στη δράση του με θεσμικό τρόπο πράγμα που είναι αναγκαίο για τη μάθηση του κόμματος, τη συγκέντρωση και τη μεταβίβαση της γνώσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ‘όλα’ μεταφέρονται στην πλάτη του Γιώργου Παπανδρέου ακόμα και για τομείς όπου ατυχήσαμε εντυπωσιακά με την ελάχιστη δική του συμμετοχή. Το ίδιο συμβαίνει αντίστροφα για τον Βαγγέλη Βενιζέλο ή για τον Κώστα Σημίτη. Ο ‘πρώτος’ φταίει για όλα και οι βαρόνοι βιάζονται να κρύψουν τις δικές τους ευθύνες πίσω από τα παζάρια κορυφής και διαδοχής. Η διαδικασία μάθησης έχει διακοπεί στο κόμμα. Ποτέ δεν θα μάθουμε τι «δούλεψε» και τι «δεν δούλεψε».

Φταίει ο Σημίτης;

Έχω γράψει πολλές φορές ότι ένας Πρωθυπουργός στη διάρκεια μιάς ή δύο θητειών μπορεί να επιλύσει ένα περιορισμένο κύκλο μεγάλων προβλημάτων. Η κυβέρνηση Σημίτη το κατάφερε με τη συμμετοχή της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ, τα μεγάλα έργα, τους Ολυμπιακούς Αγώνες, την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. κ.λ.π. Αυτά και μόνο τον αναδεικνύουν σαν ένα από τους πιο πετυχημένους Πρωθυπουργούς της Ελλάδας ανεξάρτητα από τις παλιές αναμνήσεις, συμπάθειες και αντιπάθειες που στοιχειώνουν το χώρο του ΠΑΣΟΚ. Υπάρχουν όμως μια σειρά αποτυχίες που στις περισσότερες περιπτώσεις αγγίζουν βαθύτερα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας. Αποτυχίες καθώς και ‘πρόσωπα’ και πράγματα στη διακυβέρνηση που ‘δεν δούλεψαν’ τα οποία ψιθυρίζονται με νοσηρό τρόπο και κατέληξαν σε ταμπού αντί να αποτελέσουν πηγή προγραμματικής καινοτομίας στο κόμμα. Ας δούμε μερικά παραδείγματα προβλημάτων από το 2007 που ανακινούν και ευθύνες των κυβερνήσεών μας:

Η κρίση στο χώρο της νεολαίας. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση μαζικοποιήθηκε με υποχρηματοδότηση και απουσία μεταρρύθμισης με αποτέλεσμα μια συγκριτική πτώση της ποιότητάς της. Οι επιδόσεις των μαθητών της μέσης εκπαίδευσης είναι απαράδεκτα χαμηλές. Δημιουργείται ένα μαζικό ‘υποπρολεταριάτο’ πτυχιούχων με προβληματική προοπτική στο χώρο της εργασίας και κοινωνικά απαράδεκτα επίπεδα ανεργίας. Παγιώθηκε ως ελληνικό όνειρο (Greek Dream) μια πάση θυσία θέση στο δημόσιο. Κοκάλωσε η αδικία σε βάρος της νέας γενιάς στις πλάτες της οποίας πέφτει ένα τριπλό χρέος (δημόσιο – ‘κρυφό’ ασφαλιστικό – οικολογικό).

Πώς λοιπόν η σημερινή εικόνα του ΠΑΣΟΚ περιμένουμε να γοητεύσει τις νέες γενιές; Ακόμα και βιβλίο ιστορίας επί των ημερών μας πολτοποιήθηκε δίχως κιχ, δίχως καν διόρθωση και μάλιστα για σχετικά ασήμαντη αφορμή σε σχέση με την πρόσφατη περίπτωση.

Οι πυρκαγιές έφεραν μια εκκρεμότητα που αποτελεί απαγορευμένη συζήτηση στο ΠΑΣΟΚ και έτσι αδυνατούμε να μελετήσουμε την πείρα μας. Γιατί λοιπόν αυτή η παράδοξη αποτυχία στις χρήσεις γης, στο κτηματολόγιο, στο δασολόγιο; Γιατί η αλλαγή υπουργού οδηγούσε αυτόματα σε αναστολή των σχετικών προσπαθειών;

Η μη έγκαιρη μεταρρύθμιση του ΕΣΥ οδήγησε σε στρεβλώσεις και σε μια πρωτοφανή για Ευρωπαϊκή χώρα αύξηση της ιδιωτικής δαπάνης. Και αυτή η εξέλιξη που έχει πάρει χαρακτήρα τετελεσμένου δεν είναι τιμητική για ένα λαϊκό σοσιαλιστικό κόμμα.

Στο χώρο της οικονομίας ενισχύθηκαν οι καθιερωμένες μεγάλες επιχειρήσεις σε συνθήκες μάλλον περιορισμένου ανταγωνισμού αλλά δεν δημιουργήθηκε ο αναγκαίος ζωτικός χώρος για τις νέες καινοτομικές αυτοδημιούργητες επιχειρήσεις ειδικά τις ανερχόμενες μικρές και μεσαίες.

Το μεγαλύτερο διαρθρωτικό πρόβλημα της χώρας είναι η χαμηλή απόδοση της δημόσιας δαπάνης, η χαμηλή παραγωγικότητα του δημόσιου τομέα. Κι όμως μια θεμελιώδης καινοτομία του προγράμματος του ΠΑΣΟΚ όπως είναι η Νέα Δημόσια Διαχείριση που συνδέει τη χρηματοδότηση με τα τελικά αποτελέσματα θάφτηκε κυριολεκτικά από το ηγετικό προσωπικό όπως κάθε τι που ξεπερνά την εμπειρία της υπουργικής τους θητείας.

Εδώ σταματώ προς το παρόν και θα επανέλθω με μια σειρά άλλα θέματα που έχουν τεθεί από εσάς στο ιστολόγιό μου.

Ες αύριον τα σπουδαία.