Απίθανο κι όμως πραγματικό! Καρδιοχειρουργός σε κεντρικό νοσοκομείο της Αθήνας χειρουργεί δίχως αντίστοιχη πιστοποιημένη ειδικότητα. Οι επεμβάσεις του έχουν απίστευτα ποσοστά θνησιμότητας κι όμως κανείς δεν τον αξιολόγησε. Ξανά το κεντρικό πρόβλημα: Ποιος και πώς βαθμολογεί τα νοσοκομεία και τις κλινικές; Κανένας. Κι όμως με ελάχιστους δείκτες θα είχαμε μια ικανοποιητική εικόνα της απόδοσής τους όπως τους περιγράφουμε στο Θηλυκό Πόκερ. Δηλαδή δίνουμε χρήματα (κράτος, ασφαλιστικά ταμεία, ασφαλιστικές, ιδιώτες) δίχως κανένα έλεγχο των τελικών αποτελεσμάτων, δίχως να συνδέουμε τη χρηματοδότηση με αυτά τα αποτελέσματα, όπως προτείνουμε με το Νέο Δημόσιο Μάνατζμεντ.
Άλλο παράδειγμα. Δύο σχολεία στη Δυτική Αθήνα, που παρακολουθώ άμεσα, με ίδιο κοινωνικό και μορφωτικό προφίλ των οικογενειών των μαθητών, με ίδια υποδομή και με ίδια αναλογία μαθητών – καθηγητών έχουν εξαιρετικά άνισα αποτελέσματα στα επίπεδα μάθησης και στα αποτελέσματα. Ποιος αξιολογεί και βαθμολογεί τα δύο σχολεία; Ποιος νοιάζεται για τους μαθητές του «κακού» σχολείου; Ο Κανένας. Αυτή η αδιαφορία μπορεί και να θεωρείται «αριστερή» και «προοδευτική»!
Πώς βαθμολογούμε τα Πανεπιστήμια;
Τώρα σας πάω στο κοσμοπολίτικο επίπεδο, στα top πανεπιστήμια. Έχω πέσει σε απόφοιτους Πανεπιστημίου που βρίσκονται στις υψηλές θέσεις της κατάταξης που κάνουν το Shanghai Jiao Tong University και το Times Higher Education Supplement. Έκπληκτος διαπιστώνω μερικές φορές ένα μέτριο ή και χαμηλό επίπεδο γνώσεων σε τομείς που μπορώ να ελέγξω. Πώς βαθμολογούν; Πώς συγκρίνουν; Μετρούν το επίπεδο των υποδομών, τον αριθμό και την ποιότητα του διδακτικού προσωπικού, τις βραβεύσεις και τις δημοσιεύσεις σε αναγνωρισμένα περιοδικά των καθηγητών κ.α. Κι όμως δεν αξιολογείται τι πραγματικά μαθαίνουν οι φοιτητές, τι γνώσεις και ικανότητες αποκτούν. Απουσιάζει δηλαδή ο έλεγχος του τελικού μαθησιακού αποτελέσματος. Αντίθετα στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση οι διεθνείς οργανισμοί αξιολόγησης εξακριβώνουν με τυχαία δείγματα σε κάθε χώρα το επίπεδο των βασικών γνώσεων στη γλώσσα και τα μαθηματικά.
Τι γίνεται λοιπόν σε μερικά επιφανή Πανεπιστήμια που θεωρούμε πρότυπα; Τα μεγάλα ονόματα καθηγητών ασχολούνται με το δικό τους συγγραφικό και ερευνητικό έργο και δεν δίνουν ιδιαίτερη ή καμία σημασία στη διδασκαλία. Έχουμε λοιπόν συχνά το φαινόμενο Πανεπιστήμια πιο χαμηλά στη διεθνή κατάταξη να εμφανίζουν καλύτερα επίπεδα διδασκαλίας. (Προς θεού, μην το εκλάβουμε αυτό σαν παρηγοριά προς τα ελληνικά Πανεπιστήμια!).
Πώς λοιπόν θα βαθμολογήσουμε και θα συγκρίνουμε τις γνώσεις των αποφοίτων των Πανεπιστημίων; Στις ανθρωπιστικές σπουδές οι συγκρίσεις και οι μετρήσεις φαίνονται πιο δύσκολες. Στα οικονομικά (economics) και στους κλάδους μηχανικών (engineering) όμως υπάρχει ένας ισχυρός κοινός πυρήνας γνώσεων τουλάχιστον στο επίπεδο χωρών του ΟΑΣΑ. Ακριβώς γι’ αυτό οι ερευνητές στον ΟΑΣΑ σκέφτονται ότι μπορούμε να συγκρίνουμε τους απόφοιτους των Πανεπιστημίων σ’ αυτούς τους τομείς με τις ικανότητες και τα κριτήρια κριτικής σκέψης και δημιουργικής ανάλυσης που απαιτούν οι πολυεθνικές εταιρείες αιχμής στην τεχνολογία και στα οικονομικά. Έτσι κι αλλιώς αυτά τα κριτήρια είναι ισχυρά και δεν ταυτίζονται με το στενό «επιχειρηματικό» πανεπιστήμιο ή με τις τρέχουσες ανάγκες της αγοράς ή με την υποβάθμιση των ακαδημαϊκών προσόντων. Άλλωστε σε γενικές γραμμές τα καλύτερα πανεπιστήμια στην εφαρμοσμένη έρευνα έχουν καλύτερες επιδόσεις και στη βασική έρευνα και στη διδασκαλία, παρά τις στρεβλώσεις που επισημάναμε. Όμως παρ’ όλα αυτά δεν είναι ο προορισμός των περισσοτέρων φοιτητών να εργαστούν σε μια πολυεθνική εταιρεία αιχμής. Ούτε μπορεί σε μια χώρα να κάνουμε υπερεπενδύσεις για να διασφαλίσουμε ότι όλοι οι μηχανικοί και οικονομολόγοι της πρέπει να είναι σε αυτό το επίπεδο αριστείας.
Παραμένει λοιπόν το ερώτημα με τι κριτήρια θα αξιολογήσουμε και θα συγκρίνουμε τις γνώσεις και τις ικανότητες που μεταβιβάζουν τα πανεπιστήμια; Περιμένω τις συγκεκριμένες σκέψεις σας.
Άλλο παράδειγμα. Δύο σχολεία στη Δυτική Αθήνα, που παρακολουθώ άμεσα, με ίδιο κοινωνικό και μορφωτικό προφίλ των οικογενειών των μαθητών, με ίδια υποδομή και με ίδια αναλογία μαθητών – καθηγητών έχουν εξαιρετικά άνισα αποτελέσματα στα επίπεδα μάθησης και στα αποτελέσματα. Ποιος αξιολογεί και βαθμολογεί τα δύο σχολεία; Ποιος νοιάζεται για τους μαθητές του «κακού» σχολείου; Ο Κανένας. Αυτή η αδιαφορία μπορεί και να θεωρείται «αριστερή» και «προοδευτική»!
Πώς βαθμολογούμε τα Πανεπιστήμια;
Τώρα σας πάω στο κοσμοπολίτικο επίπεδο, στα top πανεπιστήμια. Έχω πέσει σε απόφοιτους Πανεπιστημίου που βρίσκονται στις υψηλές θέσεις της κατάταξης που κάνουν το Shanghai Jiao Tong University και το Times Higher Education Supplement. Έκπληκτος διαπιστώνω μερικές φορές ένα μέτριο ή και χαμηλό επίπεδο γνώσεων σε τομείς που μπορώ να ελέγξω. Πώς βαθμολογούν; Πώς συγκρίνουν; Μετρούν το επίπεδο των υποδομών, τον αριθμό και την ποιότητα του διδακτικού προσωπικού, τις βραβεύσεις και τις δημοσιεύσεις σε αναγνωρισμένα περιοδικά των καθηγητών κ.α. Κι όμως δεν αξιολογείται τι πραγματικά μαθαίνουν οι φοιτητές, τι γνώσεις και ικανότητες αποκτούν. Απουσιάζει δηλαδή ο έλεγχος του τελικού μαθησιακού αποτελέσματος. Αντίθετα στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση οι διεθνείς οργανισμοί αξιολόγησης εξακριβώνουν με τυχαία δείγματα σε κάθε χώρα το επίπεδο των βασικών γνώσεων στη γλώσσα και τα μαθηματικά.
Τι γίνεται λοιπόν σε μερικά επιφανή Πανεπιστήμια που θεωρούμε πρότυπα; Τα μεγάλα ονόματα καθηγητών ασχολούνται με το δικό τους συγγραφικό και ερευνητικό έργο και δεν δίνουν ιδιαίτερη ή καμία σημασία στη διδασκαλία. Έχουμε λοιπόν συχνά το φαινόμενο Πανεπιστήμια πιο χαμηλά στη διεθνή κατάταξη να εμφανίζουν καλύτερα επίπεδα διδασκαλίας. (Προς θεού, μην το εκλάβουμε αυτό σαν παρηγοριά προς τα ελληνικά Πανεπιστήμια!).
Πώς λοιπόν θα βαθμολογήσουμε και θα συγκρίνουμε τις γνώσεις των αποφοίτων των Πανεπιστημίων; Στις ανθρωπιστικές σπουδές οι συγκρίσεις και οι μετρήσεις φαίνονται πιο δύσκολες. Στα οικονομικά (economics) και στους κλάδους μηχανικών (engineering) όμως υπάρχει ένας ισχυρός κοινός πυρήνας γνώσεων τουλάχιστον στο επίπεδο χωρών του ΟΑΣΑ. Ακριβώς γι’ αυτό οι ερευνητές στον ΟΑΣΑ σκέφτονται ότι μπορούμε να συγκρίνουμε τους απόφοιτους των Πανεπιστημίων σ’ αυτούς τους τομείς με τις ικανότητες και τα κριτήρια κριτικής σκέψης και δημιουργικής ανάλυσης που απαιτούν οι πολυεθνικές εταιρείες αιχμής στην τεχνολογία και στα οικονομικά. Έτσι κι αλλιώς αυτά τα κριτήρια είναι ισχυρά και δεν ταυτίζονται με το στενό «επιχειρηματικό» πανεπιστήμιο ή με τις τρέχουσες ανάγκες της αγοράς ή με την υποβάθμιση των ακαδημαϊκών προσόντων. Άλλωστε σε γενικές γραμμές τα καλύτερα πανεπιστήμια στην εφαρμοσμένη έρευνα έχουν καλύτερες επιδόσεις και στη βασική έρευνα και στη διδασκαλία, παρά τις στρεβλώσεις που επισημάναμε. Όμως παρ’ όλα αυτά δεν είναι ο προορισμός των περισσοτέρων φοιτητών να εργαστούν σε μια πολυεθνική εταιρεία αιχμής. Ούτε μπορεί σε μια χώρα να κάνουμε υπερεπενδύσεις για να διασφαλίσουμε ότι όλοι οι μηχανικοί και οικονομολόγοι της πρέπει να είναι σε αυτό το επίπεδο αριστείας.
Παραμένει λοιπόν το ερώτημα με τι κριτήρια θα αξιολογήσουμε και θα συγκρίνουμε τις γνώσεις και τις ικανότητες που μεταβιβάζουν τα πανεπιστήμια; Περιμένω τις συγκεκριμένες σκέψεις σας.